Πικάρ, Ζαν

Πικάρ, Ζαν
(Picard, 1620 – 1682). Γάλλος αστρονόμος. Διετέλεσε καθηγητής της αστρονομίας στο Κολέγιο της Γαλλίας το 1655. Την περίοδο 1669 – 1670 μέτρησε το μήκος τόξου του μεσημβρινού ανάμεσα στο Παρίσι και την Αμιένη και το βρήκε ίσο με 1°22’ 55’’. Στη μέτρησή του αυτή χρησιμοποίησε τη μέθοδο του τριγωνισμού και ήταν ο πρώτος που μέτρησε γωνίες με τη βοήθεια οπτικών σωλήνων με σταυρονήματα αντί για διόπτρες. Σύμφωνα με τις μετρήσεις του, το μήκος μιας μοίρας του μεσημβρινού είναι ίσο με 111,21 χλμ. (σήμερα έχει διαπιστωθεί ότι είναι 111,18 χλμ.). Ο Π. εξάλλου επινόησε τη μέθοδο του προσδιορισμού της ορθής αναφοράς των ουράνιων σωμάτων παρατηρώντας με τη βοήθεια ενός εκκρεμούς ρολογιού τους χρόνους διάβασης των ουράνιων σωμάτων από το μεσημβρινό. Για το σκοπό αυτό πρότεινε το 1669, τη στερέωση ενός τετράντα στο μεσημβρινό. Το 1671 διεύθυνε τις ανασκαφές στο αστεροσκοπείο του Τύχωνα Μπράχε, στην Ουρανόπολη της Δανίας. Τον επόμενο χρόνο έκανε παρατηρήσεις στον πλανήτη Άρη από το αστεροσκοπείο του Παρισιού με στόχο τον προσδιορισμό της ηλιακής παράλλαξης. Ο Π. ήταν μέλος της Παρισινής Ακαδημίας Επιστημών και ιδρυτής του αστρονομικού περιοδικού Γνώση των χρόνων.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Πικάρ, Oγκίστ — (Piccard, Βασιλεία 1884 – Λοζάνη 1962). Ελβετός μηχανικός, πρωτοπόρος στην εξερεύνηση της υψηλής ατμόσφαιρας και του θαλάσσιου βυθού. Πήρε το δίπλωμά του στη Βασιλεία, όπου και άρχισε να διδάσκει· αργότερα ανέλαβε έδρα στο πολυτεχνείο της Ζυρίχης …   Dictionary of Greek

  • αερόστατο — Αεροσκάφος το οποίο μπορεί να συγκρατείται στην ατμόσφαιρα μόνο με την επίδραση της άνωσης που δέχεται από τον αέρα (αρχή του Αρχιμήδη). Αποτελείται ουσιαστικά από ένα μπαλόνι στήριξης, εντελώς αεροστεγές, γεμάτο με αέριο ελαφρύτερο από τον αέρα …   Dictionary of Greek

  • εικονογράφηση — Το σύνολο των διακοσμητικών στοιχείων και εικόνων που συνοδεύουν ένα κείμενο προκειμένου να το κάνουν ελκυστικότερο ή να τεκμηριώσουν το περιεχόμενό του. Γνωστή ήδη στην αιγυπτιακή και στην ελληνορωμαϊκή εποχή, η ε. γνώρισε μεγάλη ακμή στα… …   Dictionary of Greek

  • βαρόμετρο — Όργανο για τη μέτρηση της ατμοσφαιρικής πίεσης. Το πρώτο β. το επινόησε ο Ιταλός Τοριτσέλι, στην προσπάθειά του να εξηγήσει γιατί οι αναρροφητικές αντλίες δεν μπορούν να ανεβάσουν το νερό πάνω από ένα ορισμένο ύψος. Το υδραργυρικό β. του… …   Dictionary of Greek

  • Ρέμερ, Όλαφ — (Rφmer, Όρχους 1644 – Κοπεγχάγη 1710). Δανός αστρονόμος. Στο Παρίσι διετέλεσε μαθητής του Ζαν Πικάρ (1620 1682) και παιδαγωγός του διάδοχου του θρόνου. Όταν επέστρεψε στη Δανία διορίστηκε διευθυντής του αστεροσκοπείου που είχε ιδρύσει ο Δανός… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”